H ιστοσελίδα αποθηκεύει μόνο τα απαραίτητα cookies για να λειτουργήσει σωστά. Με τη συγκατάθεσή σας θα χρησιμοποιήσουμε επιπλέον cookies: α. Για βελτίωση της περιήγησης (πχ. γλώσσα), επιλέξτε «ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΜΟΝΟ». β. Για ανάλυση της επίδοσης, λειτουργικότητάς της ιστοσελίδας και την προβολή εξατομικευμένου περιεχομένου, επιλέξτε «ΟΛΑ ΤΑ COOKIES». Για περισσότερες πληροφορίες και για να ανακαλέσετε τη συγκατάθεσή σας, πατήστε εδώ.

Ελευθερία μέσα από τους θαλασσινούς αγώνες

200 χρόνια ελευθερίας

Παιδεία

«Εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή
με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνη…»

Ρήγας Βελεστινλής, «Δίκαια του Ανθρώπου», Βιέννη, 1797
 
 
"Μόλις ηρξάμην να εννοώ τους αρχαίους συγγραφείς και έγνων τίνες υπήρξαν και κατά πόσον διέλαμψαν, αμέσως εγεννήθη εν τη καρδία μου ο πόθος της ελευθερίας και συνησθάνθην βαθέως την αγάπην της πατρίδος...", σημειώνει ο σπουδαίος δραματικός ποιητής από τη Λευκάδα, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, Ιωάννης Ζαμπέλιος, καθώς περιγράφει την περίοδο των σπουδών του στην Ιταλία. Η ελληνική εθνική συνείδηση χαλυβδώνεται στις ελληνικές παροικίες και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού, καθώς οι Έλληνες έρχονται σε επαφή με τις ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και στρέφονται στη μελέτη των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Μέσω της ελληνικής γλώσσας και της παιδείας, θεμελιώνεται ο ελληνισμός και επιτυγχάνεται σταδιακά η πνευματική αναγέννηση που κρίνεται απαραίτητη για την αυτογνωσία, η οποία με τη σειρά της θα πυροδοτήσει τον Αγώνα της ελευθερίας.

Στα χρόνια που ακολούθησαν την Άλωση, τα άλλοτε σπουδαία πνευματικά κέντρα, όπως η Κωνσταντινούπολη, η Θεσσαλονίκη και ο Μυστράς παρακμάζουν, καθώς η λογιοσύνη βρίσκει καταφύγιο στα ευρωπαϊκά εδάφη. Η Εκκλησία αναλαμβάνει χρέη πνευματικού ταγού, καθώς ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής παραχωρεί προνόμια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο διατηρεί απόλυτο έλεγχο στα εκπαιδευτικά θέματα του Ελληνορθόδοξου millet. Η Πατριαρχική Σύνοδος του 1593 στην Κωνσταντινούπολη όρισε «έκαστον επίσκοπον εν τη εαυτού παροικία φροντίδα και δαπάνην την δυναμένην ποιείν, ώστε τα θεία και ιερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι, βοηθείν δε κατά δύναμιν τοις θέλουσιν διδάσκειν και τοις μαθείν προαιρουμένοις, εάν των επιτηδείων χρείαν έχωσιν», με αποτέλεσμα να συστηματοποιηθούν οι προσπάθειες ίδρυσης σχολείων και αναβάθμισης της παιδείας. Στην πνευματική αφύπνιση του Γένους συνδράμει ο Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις, ο οποίος επιδιώκει μέσω της αναζωογόνησης του χριστιανικού αισθήματος να εξυψώσει το πνευματικό επίπεδο των υπόδουλων Ελλήνων.

Οι ελληνικές εμπορικές κοινότητες της διασποράς, θέτουν από νωρίς προτεραιότητα την εκπαίδευση των ελληνόπουλων, την μεταλαμπάδευση των ηθικών αρχών, των παραδόσεων και της γλωσσικής ταυτότητας των απόδημων. Τον 18ο αιώνα, στις μεγαλύτερες κοινότητες-Βενετίας, Τεργέστης, Μίσκολτς, Αλεξάνδρειας, κ.α.-εκτός από τη στοιχειώδη εκπαίδευση, οι μαθητές έχουν πρόσβαση σε σχολεία «ελληνικών γραμμάτων», στα οποία διδάσκονται, μεταξύ άλλων, μαθηματικά, γεωγραφία, αρχαία ελληνικά και ξένες γλώσσες. Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αστικά κέντρα και μεγάλα λιμάνια-σταθμοί του διαμετακομιστικού εμπορίου αναδεικνύονται σε  πνευματικά κέντρα του ελληνισμού. Σε αυτό θα συμβάλλει, πέραν της έντονης επιχειρηματικής δραστηριότητας των Ελλήνων, η ανάπτυξη της τυπογραφίας και η συνεπακόλουθη λειτουργία ελληνικών τυπογραφείων, στα οποία θα εργαστούν Έλληνες λόγιοι και θα τυπωθούν τα έργα που θα αξιοποιηθούν ως αναγνωσματάρια στα ελληνικά σχολεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Οι Έλληνες της Διασποράς, λόγιοι, έμποροι και ναυτικοί, με ιδιαίτερη ευαισθησία φροντίζουν για την ίδρυση, ανέγερση και συντήρηση σχολείων και τη δημιουργία αξιόλογων βιβλιοθηκών στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της οικογένειας Ζωσιμά, μέλη της οποίας αναδείχθηκαν σε εθνικούς ευεργέτες καθώς μερίμνησαν για την δημιουργία βιβλιοθηκών και σχολείων, την έκδοση βιβλίων, τη λειτουργία ορφανοτροφείων, ενώ παράλληλα στήριξαν οικονομικά τον Αγώνα και κληροδότησαν χρήματα για την ανέγερση, το 1828, της περίφημης Ζωσιμαίας Σχολής των Ιωαννίνων. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες στηρίζουν οικονομικά τη λειτουργία σχολών στα Άγραφα, τη Χίο, την Πάτμο, το Βουκουρέστι, το Ιάσιο. Η ελληνική παιδεία αναπτύσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας σταδιακά στρέφεται στην αριστοτελική φιλοσοφία, έπειτα εμπνέεται από τα διδάγματα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, κατανοεί τον κόσμο μέσα από τις θετικές επιστήμες και τη φιλοσοφία και τελικά συνδέεται με την αναγέννηση του έθνους και την απελευθέρωση της πατρίδας.

Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, οι εκπρόσωποι του λεγόμενου «Νεοελληνικού Διαφωτισμού», όπως ο κερκυραίος Ευγένιος Βούλγαρης, ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ και ο ριζοσπαστικότερος όλων, Δημήτριος Καταρτζής, εισάγουν νέες εκπαιδευτικές μεθόδους με σκοπό την πολύπλευρη ανάπτυξη των μαθητών. Τα ελληνικά σχολεία πολλαπλασιάζονται και δημιουργούν πολιτιστικούς πυρήνες που φωτίζουν τις κοινότητες. Ορισμένα σχολεία αναδεικνύονται σε σπουδαία, πρότυπα εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως το «Ελληνομουσείον» των Αμπελακίων. Σε αυτά συρρέουν χριστιανορθόδοξοι βαλκάνιοι μαθητές, κυρίως άρρενες, καθώς η μόρφωση των κοριτσιών, των ανώτερων και μεσαίων στρωμάτων, είθισται να πραγματοποιείται στο σπίτι, είτε από κάποιο εγγράμματο μέλος της οικογένειας είτε από έμμισθο οικοδιδάσκαλο, ενώ σπανιότερα εκπαιδεύονταν σε μοναστηριακά ιδρύματα. Οι ιδέες του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού διαμορφώνουν σταδιακά νέες αντιλήψεις σχετικά με το γυναικείο φύλο. Ορισμένοι εκφραστές υιοθετούν ρηξικέλευθες θέσεις, οι οποίες πηγάζουν από τις διδαχές της Γαλλικής Επανάστασης και είναι συνυφασμένες με τον πολιτικό ριζοσπαστισμό της εποχής, ενώ ορισμένοι άλλοι επηρεασμένοι από τις απόψεις του Jean-Jacques Rousseau, επιδιώκουν την ανάπτυξη της γυναικείας φύσης εκτός του δημόσιου χώρου. Στο ελληνικό περιβάλλον, ο Ρήγας θα υποστηρίξει, με όχημα τα κείμενά του, την ισότητα των φύλων, μέσω της καθολικής, υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στράτευσης, προσβλέποντας στην πνευματική διαμόρφωση των επόμενων γενεών και την υπεράσπιση του έθνους. Από την άλλη, ο Αδαμάντιος Κοραής, ενώ θεωρεί ότι την πνευματική καλλιέργεια αποτελεί μέσο εθνικής αναγέννησης, διαχωρίζει τη «φύση» των δύο φύλων και υποστηρίζει ότι η γυναικεία εκπαίδευση οφείλει να επικεντρώνεται στην κατάκτηση των ηθικών αρετών που εγγυώνται «τό εὐδαιμόνως ζῆν».

Ο Κοραής επιμένει πως «μόνη η παιδεία, ελευθερώνουσα τον νουν από την άγνοιαν, διδάσκει τον άνθρωπον τα προς τον Θεόν και τον πλησίον καθήκον». Οι ιδέες του για εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης αποκτούν ερείσματα στους κύκλους των διανοούμενων εμπόρων της διασποράς και προβάλλονται μέσα από τις σελίδες του «Λόγιου Ερμή», δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες για διάλογο με τους σπουδαιότερους στοχαστές της Ευρώπης. Έτσι, τον 19ο αιώνα, η ελληνική εκπαίδευση απομακρύνεται από την άμεση επιρροή της Εκκλησίας και υιοθετεί σύγχρονες εκπαιδευτικές μεθόδους, ικανές να ανταποκριθούν στις εθνικές ανάγκες του Γένους. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω εξελίξεων, πολλές σχολές, μέσου και ανώτερου επιπέδου, ανανεώνονται με την οικονομική αρωγή και δημόσια στήριξη της αναδυόμενης αστικής τάξης των εμπόρων και των πρωτοπόρων εκπροσώπων του κλήρου. Το 1804, η Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης μεταφέρεται στο Κουρούτσεσμε με σχολάρχη τον Δημήτριο Πρώιο. Παράλληλα, αναδιοργανώνεται η Σχολή των Κυδωνιών, ιδρύεται η Καπλαναία Σχολή των Ιωαννίνων, το Φιλολογικό Γυμνάσιο της Σμύρνης, το «τακτικόν σχολείον» των Άνθιμου Γαζή και Γρηγορίου Κωνσταντά στις Μηλιές Πηλίου. Στο Βουκουρέστι, το 1810, ιδρύεται, με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Ιγνατίου, μια Φιλολογική Εταιρεία η οποία μεριμνά για την ριζική ανανέωση της Σχολής, ενώ ανάλογη δράση έχει και η Φιλόμουσος Εταιρεία της Αθήνας. Η ανανέωση θα έλθει στη Χίο μετά το 1811, όταν αναλαμβάνει τη διεύθυνση της σχολής ο σπουδαίος «Δάσκαλος του Γένους», Νεόφυτος Βάμβας, ενώ στην Ύδρα θα λειτουργήσει το 1812 το «σχολείον Ελληνικών και φιλοσοφικών μαθημάτων». Ο Κοραής, σε επιστολή του τον Ιούνιο του 1820, απευθυνόμενος στους Δημογέροντες και τους Προεστούς της Ύδρας, τους προτρέπει να ενδιαφερθούν όχι μόνο για τον πλουτισμό των ίδιων και των νησιών τους αλλά και για την καλλιέργεια της παιδείας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει: «Πλούτον, αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είναι τόσον δύσκολον ν’αποκτήση τιςαλλ’ εκείνοι μόνοι έδειξαν ότι είναι άξιοι όσοι απέκτησαν ομού και την γνώσιν να τον μεταχειρισθώσι και να τον φυλάξωσι εις τους απογόνους των. Και τον φυλάσσουν όχι όσοι τον κλείνουν εις τας κιβωτούς, αλλ’ όσοι τον ασφαλίζουσι με την παιδείαν.». Υπογραμμίζει ότι χωρίς παιδεία «και αυτοί του Κροίσου οι θησαυροί εύκολα σκορπίζονται», αφήνοντας τους απογόνους «εις πτώχειαν».

Οι Σχολές θα  λειτουργήσουν ως πνευματικά και ηθικά φυτώρια, διαμορφώνοντας την εθνική συνείδηση και συμβάλλοντας στην πνευματική ανάταση των Ελλήνων. Από τη Σχολή των Κυδωνιών θα προέλθει η πλειοψηφία των τυπογράφων της επαναστατικής περιόδου, καθώς εκεί λειτούργησε, μεταξύ 1819-1821, ελληνικό τυπογραφείο, χάρη στην μεσολάβηση του Κοραή και την γενναιόδωρη προσφορά του Γάλλου φιλέλληνα, εκδότη A.F. Didot, ο οποίος αφού δίδαξε την τέχνη της τυπογραφίας στον Κωνστανίνο Τόμπρα στο Παρίσι, τον έστειλε πίσω στη Μ.Ασία μαζί με ένα πλήρες πιεστήριο. Η πυρπόληση των Κυδωνιών (1821) είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή του τυπογραφείου, αλλά οι τυπογράφοι Κ.Τόμπρας, Ι.Τομπρας, Αν.Νικολαϊδης και Κ.Δημίδης, κατάφεραν να σωθούν καταφεύγοντας στα Ψαρά. Ο Δημίδης, μάλιστα, έχοντας γνώσεις οπλοποιίας θα αναλάβει την επισκευή των όπλων του στόλου υπό την διοίκηση του Ναυάρχου Αποστόλη. Η τυπογραφεία αποτέλεσε σημαντικό μέσο επικοινωνίας, διάδοσης ιδεών, ειδήσεων, επαναστατικών προκηρύξεων και διοικητικών εγγράφων των εξεγερμένων. Ο Δημήτριος Υψηλάντης αποβιβάζεται τον Ιούνιο του 1821 στην Ύδρα έχοντας μαζί του ένα μικρό πιεστήριο από την Τεργέστη, το οποίο έμελλε να λειτουργήσει ο Κ.Τόμπρας στην Καλαμάτα, την Τριπολιτσά, το Άργος. Ακόμη, στο τυπογραφείο που μετέφερε με το πλοίο του ο ζακυθινός Σ.Βιτάλης από το Λιβόρνο στις Κεχριές, κατά παραγγελία του μητροπολίτη Ιγνατίου και του ηγεμόνα Ι.Καρατζά, τυπώθηκε η πρώτη έκδοση του «Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος». Είναι σημαντικό ότι κατά τη διάρκεια του Αγώνα λειτούργησαν πολλά αυτοσχέδια τυπογραφεία (Αθήνα, Ύδρα, Σάμος, κ.α.) μάλιστα, σε εκείνο των Ψαρών φαίνεται πως εκπαιδεύτηκε ο γενναίος πυρπολητής Κωνσταντίνος Νικόδημος «οσάκις εσχόλαζε εκ των πολεμικών έργων». Το 1824 πλάι στις εφημερίδες και τα έγγραφα της Διοικήσεως τυπώνονται τα πρώτα βιβλία. Στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι θα κυκλοφορήσει ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» του Δ.Σολωμού, ενώ στο τυπογραφείο της Ύδρας θα τυπωθεί η περίφημη «Επιστολή Ελληνίδων τινών προς Φιλελληνίδας» της Ευανθίας Καΐρη, την οποία συνυπογράφουν 31 διακεκριμένες Ελληνίδες.

Η κατάσταση που επικρατεί στις επαναστατημένες περιοχές, με την έναρξη του Αγώνα, αναγκάζει τα ελληνικά σχολεία να υπολειτουργούν. Η «Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος» (15/11/1821) θέτει τα σχολεία υπό την αιγίδα του Αρείου Πάγου, ενώ η Πελοποννησιακή Γερουσία σχεδιάζει τη δημιουργία μεικτών σχολείων, «αρρένων τε και θηλέων», όπου η φοίτηση θα είναι δωρεάν για όλους. Η Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, στο «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδας» δεν μεριμνά για τη σύσταση Υπουργείου Παιδείας, γεγονός που στηλιτεύει ο Κοραής καθώς θεωρεί ότι ο Υπουργός Παιδείας «είναι ο αληθινός πατήρ και σωτήρ του Έθνους». Στη διάρκεια της Α΄ Βουλευτικής περιόδου (1/1822-4/1823), το Υπουργείο Θρησκείας χειρίζεται εκπαιδευτικά θέματα, όπως η ίδρυση και χρηματοδότηση σχολείων και ο διορισμός καθηγητών. Το καλοκαίρι του 1823 καθιερώνεται ο θεσμός του «Εφόρου Παιδείας και Ηθικής Ανατροφής των Παιδιών», με πρώτο Έφορο τον Θεόκλητο Φαρμακίδη. Στη  Γ΄ Βουλευτική περίοδο (10/1824-4/1826), με τον «Νόμο της Επιδαύρου», το νέο σύνταγμα των επαναστατημένων Ελλήνων, η εκπαίδευση τίθεται «υπό την προστασίαν» του Βουλευτικού Σώματος και υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικών. Τον Ιούλιο του 1824, πενταμελής επιτροπή με επικεφαλής τον Άνθιμο Γαζή υποβάλλει το «Σχέδιο περί της κοινής παιδείας του Έθνους», το οποίο δεν θα μπορέσει να εφαρμοστεί ένεκα της εμπόλεμης κατάστασης. Από το «Σχέδιο» προέκυψε η ίδρυση του αλληλοδιδακτικού σχολείου στο Άργος, «εν ω θα εκπαιδεύονται οι νέοι και άξιοι και χρηστοήθεις, οίτινες τελειοποιούμενοι να διδάξωσι εις τα χωρια», με την επωνυμία «Κεντρικόν Σχολείον της Ελλάδας» και τη χρηματοδότηση του ψαριανού εθνικού ευεργέτη, Ιωάννη Βαρβάκη. Κατά τη διάρκεια του Αγώνα, παρά τις αντίξοες συνθήκες λειτουργούν σχολεία στην Αθήνα, στην Πελοπόννησο, στο Μεσολόγγι, στις Κυκλάδες, στις Σποράδες, στην Τήνο, στην Άνδρο, στη Σίφνο, στην Πάτμο. Η Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ψηφίζει τον Μάιο του 1827 το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» και εκλέγει Α΄ Κυβερνήτη της Ελλάδας τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος προτίθεται να στηρίξει «την επανόρθωσιν της Ελλάδας εις δύο μεγάλας βάσεις, την εργασίαν και την στοιχειώδη εκπαίδευσιν».

Η εθνική αναγέννηση των Ελλήνων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αδιάκοπη μέριμνα για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, η οποία αποτελεί γέφυρα μεταξύ του ένδοξου παρελθόντος «των αρχαίων ημών προγόνων» και του επαναστατικού παρόντος των «ηρώων του ΄21». Η γλώσσα, η θρησκεία, η ιστορία, οι παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα του ελληνικού λαού, συνθέτουν την πολιτισμική του ταυτότητα, με την οποία συστήνεται τον 19ο αιώνα, διεκδικώντας την ανεξαρτησία του. Η ελληνική παιδεία, απότοκο πνευματικών, κοινωνικών, πολιτικών και ιδεολογικών ζυμώσεων αιώνων, είναι υπεύθυνη για την διαμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας. Επίκαιρος, λοιπόν, παραμένει ο Κοραής καθώς επιμένει πως «όσοι διδάσκετε τας επιστήμας (…) έργον σας είναι, όχι μόνον να διδάσκετε τους νέους τα νέα της φωτισμένης Ευρώπης μαθήματα, αλλά και να τα διδάσκετε με τρόπον ώστε να ανάψετε εις τας ψυχάς των, εις τας ψυχάς των γονέων αυτών, εις τας ψυχάς όλου του γένους, πόθον, έρωτα, μανίαν παιδείας και αρετής.»


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 
  • Ευθυμίου Μαρία-Προβατάς Μάκης, Ρίζες και θεμέλια: οδόσημα της Ιστορίας του Ελληνισμού, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2021
  • Μαζαράκης Αινιάν Ι.Κ., Τα ελληνικά τυπογραφεία του Αγώνα 1821-1827, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα, 2007
  • Αγγέλου Άλκης, Το Κρυφό Σχολειό: Χρονικό ενός μύθου, Εστία, Αθήνα, 2007
  • Ηλιάδου-Τάχου Σ.- Ανδρέου Π. Ανδρέας, «Οι δομές της παιδείας στα «κρυφά σχολειά» (1453-1912). Από το μύθο στην επιστημονική προσέγγιση της ελληνικής παιδείας την περίοδο της Οθωμανοκρατίας», Πρακτικά ΚΘ’ Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου, 16-18 Μαϊου 2008, Θεσσαλονίκη, 2009
  • Χασιώτης Κ. Ιωάννης, Μεταξύ οθωμανικής κυριαρχίας και ευρωπαϊκής πρόκλησης. Ο ελληνικός κόσμος στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2008
  • Κατσιαρδή-Hering Όλγα, «Από την οθωμανική κατάκτηση ως την εδραίωση του νέου ελληνικού κράτους», στο Οι Έλληνες στη Διασπορά 15ος-21ος αι. (επιμέλεια: Χασιώτης Κ. Ιωάννης, Κατσιαρδή-Hering Όλγα, Αμπατζή Α. Ευρυδίκη), Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2006
  • Κοραής Αδαμάντιος, Προλεγόμενα στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, τ,Α’, (πρόλογος: Εμμ. Ν. Φραγκίσκος), εκδ.Μορφωτικό  Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1988.
  • Λάππας Κώστας, «Η εκπαίδευση. Οργάνωση και Λειτουργία των σχολείων 1770-1821», στο Ιστορία του νέου ελληνισμού 1770-2000, (επιμέλεια έκδοσης: Παναγιωτόπουλος Βασίλης) τ.Β’ «Η οθωμανική κυριαρχία 1700-1821 (Διαφωτισμός, Ιστορία της παιδείας, Θεσμοί και Δίκαιο)», Εφημερίδα Τα Νέα/Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2003
  • Αντωνίου Δαυίδ (επιμέλεια), Η εκπαίδευση κατά την ελληνική επανάσταση 1821-1827: Τεκμηριωτικά Κείμενα, τ.Α’ (1821-1825) & τ.Β’ (1826-1827), Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2002
  • Σάθας Ν. Κωνσταντίνος, Βιογραφικόν σχεδίασμα περί του πατριάρχου Ιερεμίου Β΄ (1572-1594), Τυπογραφείον Α. Κτενά και Σ. Οικονόμου, εν Αθήναις, 1870
  • «Επιστολή Αδαμαντίου Κοραή προς τους Δημογέροντες και Προεστούς της Ύδρας», Ιούνιος 1820, Συλλογή Μουσείου Μπενάκη ΙΑ 36/1