H ιστοσελίδα αποθηκεύει μόνο τα απαραίτητα cookies για να λειτουργήσει σωστά. Με τη συγκατάθεσή σας θα χρησιμοποιήσουμε επιπλέον cookies: α. Για βελτίωση της περιήγησης (πχ. γλώσσα), επιλέξτε «ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΜΟΝΟ». β. Για ανάλυση της επίδοσης, λειτουργικότητάς της ιστοσελίδας και την προβολή εξατομικευμένου περιεχομένου, επιλέξτε «ΟΛΑ ΤΑ COOKIES». Για περισσότερες πληροφορίες και για να ανακαλέσετε τη συγκατάθεσή σας, πατήστε εδώ.

Ελευθερία μέσα από τους θαλασσινούς αγώνες

200 χρόνια ελευθερίας

Δικαιοσύνη

«Όστις ήθελε τολμήσει να πειράξη αδίκως και ληστρικώς πλοίον ελληνικόν, ή άνδρα Χριστιανόν, ή άλλης Δυνάμεως ουδετέρας, ο τοιούτος θέλει κρίνεται εχθρός του γένους και ως τοιούτος θέλει κατατρέχεται.»

“Προκήρυγμα του Ελληνικού Στόλου”, 18 Απριλίου 1821
 Εξεδόθη από τον ελληνικόν στόλον συναινέσει των τριών  νήσων, Ύδρας, Σπετσών, Ψαρών
 
 
Η περί δικαίου αντίληψη που επικρατούσε στους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έθετε τον Σουλτάνο ως εγγυητή της ευνομίας και της δικαιοσύνης. Η συνύπαρξη πολλών δικαιικών συστημάτων και η εκχώρηση προνομίων από τον Σουλτάνο δεν ευνοούσαν την αρμονική συνύπαρξη των υπηκόων, οι οποίοι απολάμβαναν την νομική προστασία που αναλογούσε στην κοινωνική τάξη και την θέση τους εντός της Αυτοκρατορίας. Η κοινωνική οργάνωση των υπηκόων βασιζόταν θεμελιωδώς στην θρησκευτική ταυτότητα (μουσουλμάνοι και μη μουσουλμάνοι υπήκοοι) και στο φορολογικό καθεστώς στο οποίο υπάγονταν (φορολογούμενοι ραγιάδες [ρεαγιάς>ραγιάς] και μη φορολογούμενοι ασκερί [διοικητικοί αξιωματούχοι, στρατιωτικοί, δικαστικοί και ανώτερα μέλη του κλήρου]). Η «δικαιοσύνη» προσλαμβανόταν ως προστασία από τις καταχρήσεις της διοίκησης, των αξιωματούχων και των αντιπροσώπων της Υψηλής Πύλης. Οι έννοιες της «ισονομίας», της «αμεροληψίας» και των «πολιτικών δικαιωμάτων», οι οποίες όριζαν πλέον την πολιτική μοίρα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Γαλλίας, παρέμεναν άγνωστες στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Η Ελληνική Επανάσταση έθεσε ως πρωταρχικό της στόχο την δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους που θα στηριζόταν σε ένα ισχυρό και σταθερό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας το οποίο θα αποτελούσε έμπρακτη εφαρμογή των αρχών του διαφωτισμού και της σπουδαιότερης ευρωπαϊκής κληρονομιάς, της δημοκρατίας, της οποίας οι Έλληνες διεκδικούσαν την πατρότητα. Τα  πολιτικά και θεσμικά κείμενα που συντάχθησαν σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα, έφεραν σαφείς ιδεολογικές επιρροές καθώς εξέφραζαν την φιλελεύθερη διάσταση της Επανάστασης, έθεταν τις βάσεις για την δημιουργία των πολιτικών θεσμών και επεδίωκαν την αντιμετώπιση των πάσης φύσεως ζητημάτων που προέκυψαν στην δεκαετή πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού εγχειρήματος ενώ, παράλληλα, εστίαζαν στην διαμόρφωση ενός συστήματος για την απονομή της δικαιοσύνης. Κατά τις διεργασίες της Α΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου (Δεκ.1821-Ιαν.1822) έλαβε χώρα η γενέθλια πράξη του σύγχρονου ελληνικού κράτους με την σύνταξη του «Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος», το οποίο, μεταξύ άλλων, όριζε ότι «Χρέος και φροντίς ημών πρώτη είναι η ακριβής εκτέλεσις των Νόμων, οι οποίοι εγγυώνται την τιμήν, ζωήν και ιδιοκτησίαν όλων των κατοίκων της Ελληνικής επικρατείας. Υποτασσόμενοι εις τας αυτούς Νόμους, θέλετε δείξη κ΄σεις εαυτούς άξιους της εθνικής ανεξαρτησίας σας, δια την απόλαυσιν της οποίας ελάβατε τα όπλα, εκάματε κ’ θέλετε κάμη ακόμη τόσας κ’ τόσας θυσίας.».

Η Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος υιοθέτησε, σε μεγάλο βαθμό, δυτικοευρωπαϊκά σχήματα με σκοπό τον έλεγχο και την οργάνωση των επαναστατημένων Ελλήνων. Μια από τις σημαντικότερες ενέργειες που καταδεικνύει την δυτικού τύπου αντίληψη που χαρακτήριζε μέρος του σώματος των παραστατών της Α΄ Εθνοσυνέλευσης, είναι η δημιουργία επτά Υπουργείων- Αρχιγραμματέως της Επικράτειας & Εξωτερικών Υποθέσεων, Εσωτερικών, Οικονομίας, Πολέμου, Ναυτικών, Θρησκείας, Δικαίου, Αστυνομίας- σε μια γεωγραφικά περιορισμένη και μη επισήμως αναγνωρισμένη αυτόνομη Ελλάδα. Το γεγονός ότι εξ’αρχής ιδρύθηκε «Μινιστέριο Ναυτικών» εξαίρει τον ρόλο της ελληνόκτητης ναυτιλίας στην υπόθεση τόσο της επανάστασης όσο και της οικοδόμησης του ελληνικού κράτους, ενώ υπογραμμίζει τη σημασία του θαλάσσιου και παράλιου χώρου, του εμπορικού στόλου και εν γένει των ανθρώπων της θάλασσας. Το Υπουργείο Ναυτικών συστάθηκε τον Μάρτιο του 1822 στην Κόρινθο και συνδιοικούνταν από μια τριμελή Επιτροπή, με αντιπροσώπους που προέρχονταν από την Ύδρα, τις Σπέτσες και τα Ψαρά. Στην πραγματικότητα συνυπήρχαν τρεις τοπικές διοικήσεις, άρα τρεις αρχηγοί στόλων και όχι μια ενιαία κεντρική διοίκηση. Από τα Ψαρά συμμετείχε ο σπουδαίος «αμιράλιος» Νικολής Αποστόλης (Καλημέρης) και από τις Σπέτσες ο γενναίος Γεώργιος Ανδρούτσος (Κολανδρούτσος) με το ιστιοφόρο βρίκι «Παγκρατίων». Στην Ύδρα ναύαρχος ορίστηκε ήδη από τον Απρίλιο του 1821, έχοντας εξασφαλίσει την σύμφωνη γνώμη όλων των Υδραίων πλοιάρχων, ο Φιλικός Γιακουμάκης Τομπάζης. Στον όρκο που έδωσε επί της ναυαρχίδος «Θεμιστοκλής» υπόσχεται να κινήσει «το ναυτικόν της Ύδρας κατά του βαρβάρου τυράννου της πατρίδος και των οπαδών του, χωρίς να βλάψω άλλον, όπου κριθή εύλογον από το κοινόν συμβούλιον» και σε «αναπόκτητους τόπους, ή εχθρικόν πλοίον, να σέβωμαι την ιδιοκτησίαν των αθώων ομογενών μας, των ευρωπαϊκών υπηκόων και αυτών των Τούρκων, όταν παραδίδωσι τα όπλα χωρίς πόλεμον». Ένα βαθύ «κοινό περί δικαίου αίσθημα» και μια αγωνία για την ορθή μεταχείριση των πληρωμάτων και των πλοίων μας δίνουν μια πρώτη εικόνα για την σημασία της δικαιοσύνης ως της σπουδαιότερης, ίσως, αρετής που πραγματεύεται σε αυτή την πρώιμη φάση η επαναστατημένη ελληνική κοινωνία.

Η δημιουργία του Ναυαρχείου είχε ως αποτέλεσμα την σύνταξη νόμων, την επίσημη υιοθέτηση του Γαλλικού (ή Ναπολεόντειου) Εμπορικού Κώδικα-τον οποίο οι Έλληνες έμποροι εφάρμοζαν ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα- ακόμη, την οργάνωση πολεμικού στόλου και την έκδοση καταδρομικών αδειών σε εμπορικά πλοία, την θεσμοθέτηση κανόνων αναφορικά με την διεξαγωγή του πολέμου στη θάλασσα και την απονομή των λειών, την πάταξη της πειρατείας και την ίδρυση, την άνοιξη του 1823, του «Θαλάσσιου Κριτηρίου», επιφορτισμένου να επιλύει τα ζητήματα που ανέκυπταν από την παράνομη δράση των πειρατικών πλοίων και τις ανάλογες αξιόποινες πράξεις των Ελλήνων ναυτικών. Έως ότου ιδρυθούν τα Θαλάσσια Δικαστήρια, οι υποθέσεις σκαφών ή φορτίων, τα οποία είχαν κριθεί «ύποπτα», προωθούνταν στα αντίστοιχα Λειοδικεία, τα οποία λειτουργούσαν σε ορισμένα από τα σημαντικότερα λιμάνια του ελληνικού θαλάσσιου χώρου ή αναθέτονταν στις Επιτροπές που είχαν συσταθεί  με σκοπό την διαχείριση τέτοιων υποθέσεων. Τα εμπορικά πλοία είχαν πλέον την δυνατότητα να δρουν ως καταδρομικά, να διενεργούν νηοψίες, να πραγματοποιούν ναυτικούς αποκλεισμούς περιοχών όπου έκριναν απαραίτητο, να ανακόπτουν την τροφοδοσία των εχθρικών στρατευμάτων, να κατάσχουν φορτία, ακόμη και να βυθίζουν ή να επιτάσσουν εχθρικά πλοία. Οι καταδρομείς, οι έχοντες δηλαδή «καταδρομικό δελτίον ή διαβατήριο», όφειλαν να καταθέσουν το 1/3 των λειών (χρήματα και φορτία) στο Εθνικό Ταμείο, για να μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν εκ νέου οι θαλάσσιες επιχειρήσεις, να δώσουν 1/3 στο πλήρωμα και 1/3 στον πλοιοκτήτη. Για παράδειγμα, τον Ιούνιο του 1823 από τη λεία του «νεαπολιτάνικου τραμπάκουλου St. Maria de Martiri», που περιελάμβανε μεταξύ άλλων «1 βαρέλιον σαρδέλαν», έμεινε «απώλητον πράγμα, συνιστάμενον εις παξιμάδι και ολίγον ρουμ.».
 
Η Προσωρινή Κυβέρνησις, με γνώμονα τη δικαιοσύνη και την τήρηση της νομιμότητας, ανέθεσε την εκδίκαση των υποθέσεων κατάχρησης εξουσίας από πλευράς ορισμένων πλοιοκτητών στο Θαλάσσιο Κριτήριον. Έτσι, κάθε πράξη λαθρεμπορίας, πειρατείας ή μη ορθής απονομής των λειών μετά το κούρσεμα εχθρικού πλοίου, εκδικαζόταν και ο παραβάτης τιμωρούνταν παραδειγματικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη από τον Απρίλιο του 1821, οι κάτοικοι της Ύδρας, στην «Γενική Εντολή περί των Ουδετέρων» επισημαίνουν ότι «η ουδέτερος σημαία σκεπάζει και διαφυλάττει τας εχθρικάς πραγματείας∙» ενώ η συμβουλή τους προς τους έτερους ναυτικούς είναι «να απέχετε από κάθε πράξιν, η οποία ήθελε φέρει σύγχυσιν ή δυσαρέσκειαν εις τους κάπους (=φύλακες) των εμπορικών καραβιών φέροντα σημαίαν τινός των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων(…) η μόνη προσοχή (…) εάν μετακομίζουν πολεμικά εφόδια ή στρατεύματα εχθρικά, και εις αυτήν μόνον την περίστασιν θέλει εμποδίσετε την πρόοδόν των και θέλει περιλάβετε τα εφόδια, πληρώνοντας τον ναύλον, ή εάν φέρουν στρατεύματα να διορίσετε να επιστρεφθούν εις τον τόπον, από τον οποίον τα επερίλαβαν». Παρόλα αυτά, δεν έλειψαν περιστατικά διαφθοράς, όπως η αξιόμεμπτη πράξη του καπετάνιου Αντωνίου Μπονήρ Μυκονιάτου, ο οποίος δίχως να έχει λάβει άδεια καταδρομής και έχοντας αρματώσει ένα καράβι από το Καστελόριζο «παρά τινός Γιάννη υπό το όνομα Αχιλλεύς, ανυψοί την Ελληνικήν Σημαίαν τολμών να αλικοτίση και κρατήση διάφορα Γαλλικά, Αγγλικά και Αυστριακά πλοία επί προφάσει ότι τα φορτία αυτών ανήκουσιν εις τους εχθρούς» και, όπως υπογραμμίζουν οι ναύαρχοι Α.Μιαούλης και Φρ, Βούλγαρης, «αφιστάμενος του σεβασμού, τον οποίον το ελληνικόν έθνος έχει δια τας ευρωπαϊκάς σημαίας, τους αφήρεσε τα διαβατήρια και τας φορτωτικάς». Οι ίδιοι διαβεβαιώνουν εγγράφως τους κυβερνήτες των ευρωπαϊκών πλοίων που έπεσαν θύμα του Μυκονιάτη καπετάνιου, ότι «είμεθα έτοιμοι να αποδώσωμεν την ικανοποίησιν, την οποίαν απαιτεί η δικαιοσύνη».

Οι ενέργειες τόσο των προκρίτων των τριών νησιών (Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά) κατά την έναρξη της Επανάστασης, όσο και η μετέπειτα στάση και νομοθέτηση που ακολούθησαν οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Ναυτικών και της Προσωρινής Κυβέρνησις, αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην τήρηση της τάξης, στον σεβασμό των ουδέτερων σημαιών, στην διατήρηση των καλών σχέσεων με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, στην εφαρμογή ορθής πολεμικής πρακτικής στη θάλασσα, στην απονομή της δικαιοσύνης και στην τιμιότητα των επαναστατών. Η μη αναγνώριση της Ελλάδας, από τα ευρωπαϊκά κράτη, ως εμπόλεμης χώρας σε διαμάχη με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στερούσε από τους καταδρομείς την «σφραγίδα» της νομιμότητας, για αυτό το λόγο σε ορισμένες περιπτώσεις ελληνικά καταδρομικά πλοία αντιμετωπίζονταν ως «πειρατικά». Σε οδηγία που δόθηκε το 1822 σε Έλληνες που έπλεαν στο Ιόνιο πέλαγος θίγεται έντονα το ζήτημα της διατήρησης της ευταξίας και του σεβασμού στην τοπική εξουσία : «Μάλιστα δε εις την παρούσαν εκστρατείαν, ήτις γίνεται εις την Ιονικήν θάλασσαν, χρειάζεται η μεγαλυτέρα επαγρύπνησις, δια να μην δώσητε παραμικράν αιτίαν δυσαρεστήσεως εις την Αγγλικήν ή την Ιονικήν Διοίκησιν (…) Έχετε προ οφθαλμών, ότι Τούρκους και πράγμα τούρκικον δεν ημπορείτε να εγγίξητε, όταν ευρίσκεται υποκάτω εις οποιανδήποτε Ευρωπαίκήν σημαίαν». Η αναγνώριση των Ελλήνων ως «εμπόλεμων», από την Μεγάλη Βρετανία, τον Μάρτιο του 1823, διευκόλυνε για ένα μικρό διάστημα τη δράση των καταδρομέων-ναυτικών. Η συμμετοχή, όμως, του αιγυπτιακού στόλου, στο πλευρό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θέτει τους επαναστάτες, ξανά, σε δυσχερή θέση. Η πειρατεία αποτέλεσε «καταφύγιο» για τους ξεριζωμένους νησιώτες, τους πρόσφυγες του Βορείου Αιγαίου, τους οικονομικά εξασθενημένους και ταλαιπωρημένους ναυτικούς. Σύντομα, η Προσωρινή Διοίκησις ανέστειλε το δικαίωμα έκδοσης αδειών καταδρομής από τους ναυάρχους των τριών νησιών που συμμετείχαν στο Μινιστέριο των Ναυτικών και ανέλαβε εξ’ολοκλήρου την χορήγηση τέτοιων εγγράφων, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αργότερα, η δημιουργία Εθνικού Στόλου, η διακοπή της ναυτολόγησης πληρωμάτων και χρήσης των ιδιωτικών πλοίων στις πολεμικές επιχειρήσεις επιδείνωσαν την ήδη έκρυθμη κατάσταση.

Παρά το γεγονός ότι οι θεσμοί που διαμορφώθηκαν κατά την διάρκεια του Αγώνα, την περίοδο 1821-1827, εμπνευσμένοι από το ευρωπαϊκό παράδειγμα, τις διδαχές του Διαφωτισμού και τον αμερικάνικο φιλελευθερισμό δεν κατάφεραν να ενσωματωθούν και να εφαρμοσθούν πλήρως στην ελληνική κοινωνία, κατάφεραν, ωστόσο, να εξασφαλίσουν την συμπόρευση μιας μερίδας επαναστατών και να καλλιεργήσουν τον σπόρο ανώτερων ηθικών αξιών.


ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙA
 
  • Jurien de la Gravière, Ιστορία του αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, κυρίως του ναυτικού, εκδ. Μπαϋρον, Αθήνα, 1988.
  • Αλεξανδρής Κ.Α., Αι ναυτικαί επιχειρήσεις του υπέρ Ανεξαρτησίας αγώνος, Αθήναι, 1930.
  • Αρχεία Ελληνικής Παλλιγγενεσίας, Τόμος 3ος -Εθνικές Συνελεύσεις: Α΄ εν Επιδαύρω 1821-1822, Β΄ εν Άστρει 1823, Γ΄ εν Επιδαύρω 1826, Γ΄ κατ΄ επανάληψιν εν Ερμιόνη και Τροιζήνι 1827, ενδεικτικά σελ. 315-325)[1971] Τόμος 4ος - Εθνικές Συνελεύσεις:Δ΄ εν Άργει Εθνική Συνέλευση 1828-1829 [1973] Τόμος 13ος- Λυτά έγγραφα Υπουργείου Εσωτερικών Α΄ & Β΄ Βουλευτικής Περιόδου (1822-1823-1824), ενδεικτικά σελ. 230-236 [1981].
  • Ασπρέα Κ. Γεωργίου, Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος 1821-1928, τομ.Α΄,  εκδόσεις "Χρήσιμα Βιβλία", εν Αθήναις, 1930.
  • Γαβαλάς Γιάννης (επιλογή κειμένων)- Αδαμοπούλου-Παύλου Κωνσταντίνα(εισαγωγή), Ναυτικά εν έτει 1821, Εκδόσεις Τζεϊ & Τζεϊ Ελλάς, Πειραιάς, 2005.
  • Δασκαλάκης Απόστολος Β., Κείμενα-Πηγαί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ.Α΄-τ.Β΄ [χ.ε.], Αθήνα, 1961-1967.
  • Διαμαντούρος Νικηφόρος, «Προσπάθεια δημιουργίας δυτικού τύπου κράτους στην Ελληνική Επανάσταση και κοινωνικοπολιτικές συγκρούσεις», στο Η Επανάσταση του ’21 (επιστημονικό συμπόσιο), Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1988.
  • Θέμελη-Κατηφόρη Δέσποινα, «Αἱ ἀποφάσεις τοῦ Θαλάσσιου Δικαστηρίου 1828-1829», Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου, αρ.τ. 20-21 (1973-1974), σ.25-60.
  • Γ.Α.Κ.- Κεντρική Υπηρεσία Αθηνών, Αρχείο Θαλάσσιου Δικαστηρίου (περίοδο Αγώνος) [1824-1827]
  • Γ.Α.Κ.- Κεντρική Υπηρεσία Αθηνών, Μικρές Συλλογές Κ, Αρχείο Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου
  • Γ.Α.Κ.- Κεντρική Υπηρεσία Αθηνών, Μικρές Συλλογές Κ, Συλλογή εγγράφων Ύδρας
  • Κιτρομηλίδης Μ. Πασχάλης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 2009.
  • Κοτζαγεώργης Π. Φωκίων, «Δικαιϊκος πλουραλισμός (Legal Pluralism) στην οθωμανική αυτοκρατορία: οι χριστιανοί στα οθωμανικά και εκκλησιαστικά δικαστήρια πριν το Τανζιμάτ», στο Διεθνές Συνέδριο με θέμα «Από την αυτοκρατορία στο εθνικό κράτος», που διοργανώθηκε από την Περιφερειακή Ενότητα Σερρών και την Εταιρεία Μελέτης και Έρευνας της Ιστορίας των Σερρών, Σέρρες, 7–8.6.2013
  • Κωνσταντινίδου Π. Τρύφωνα, Καράβια, Καπετάνιοι και Συντροφοναύται 1800-1830: Εισαγωγή εις την ιστορίαν των ναυτικών επιχειρήσεων του Αγώνος, εκδόσεις Ιστορικής Υπηρεσίας Π.Ν., Αθήνα, 1954.
  • Λαΐου, Σοφία (2013). «Η ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας και ο ρόλος του οθωμανικού κράτους στις αρχές του 19ου αιώνα», στο Ναυτιλία των Ελλήνων 1700-1821: Ο αιώνας της ακμής πριν από την Επανάσταση, (επιμέλεια Τζελίνα Χαρλαύτη και Κατερίνα Παπακωνσταντίνου, εκδ.Κεδρος-Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2013, (σ.127-144).
  • Μποζίκης Σίμος, Ελληνική Επανάσταση και Δημόσια Οικονομία: Η συγκρότηση του ελληνικού έθνους κράτους 1821-1831, εκδ. Ασίνη, 2020.
  • Ομηρίδης-Σκυλίτζης Πέτρος, Συνοπτική Ιστορία των τριών ναυτικών νήσων Ύδρας Πετσών και Ψαρών καθ΄ όσον συνέπραξαν υπέρ της ελευθερίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος το 1821, και πρώτον έτος της ελληνικής αυτονομίας. Μετά παραρτήματος διαφόρων επιστολών και άλλων επισήμων εγγράφων προς απόδειξιν της αληθείας, εκ της Τυπογραφίας Ε. Αντωνιάδου, εν Ναυπλία, 1831.
  • Παναγιωτόπουλος Β.(επιμ.), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000, τ.1, Ελληνικά Γράμματα/εφ.Τα Νέα, Αθήνα, 2003.
  • Πιζάνιας Πέτρος, Η Ελληνική Επανάσταση του 1821-Ένα ευρωπαϊκό γεγονός, εκδ. Τμήμα Ιστορίας-Ιόνιο Πανεπιστήμιο/Κέδρος, 2009.
  • Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος : https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/f3c70a23-7696-49db-9148-f24dce6a27c8/syn06.pdf
  • Χαρλαύτη Τζελίνα, «Ο Αγώνας κρίθηκε στη θάλασσα», Αφιέρωμα «Κ»- «Ελλάδα του ‘21του σήμερα και του αύριο», εφημ, Καθημερινή, Παρασκευή, 26 Μαρτίου 2021.
  • Χαρλαύτη Τζελίνα-Παπακωνσταντίνου Κατερίνα (επιμ.), Ναυτιλία των Ελλήνων 1700-1821: Ο αιώνας της ακμής πριν από την Επανάσταση, εκδ.Κεδρος-Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2013.