H ιστοσελίδα αποθηκεύει μόνο τα απαραίτητα cookies για να λειτουργήσει σωστά. Με τη συγκατάθεσή σας θα χρησιμοποιήσουμε επιπλέον cookies: α. Για βελτίωση της περιήγησης (πχ. γλώσσα), επιλέξτε «ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΜΟΝΟ». β. Για ανάλυση της επίδοσης, λειτουργικότητάς της ιστοσελίδας και την προβολή εξατομικευμένου περιεχομένου, επιλέξτε «ΟΛΑ ΤΑ COOKIES». Για περισσότερες πληροφορίες και για να ανακαλέσετε τη συγκατάθεσή σας, πατήστε εδώ.

Σύμβαση Τηλεργασίας: Στο επίκεντρο των εργασιακών σχέσεων

Σύμβαση Τηλεργασίας: Στο επίκεντρο των εργασιακών σχέσεων

Γιώργος Βασιλόπουλος - Δικηγόρος

Οι επιπτώσεις της πανδημίας του νέου κορωνοϊού COVID-19 αλλάζουν με γεωμετρική πρόοδο σταθερές της ελληνικής πραγματικότητας, όπως αυτές των εργασιακών σχέσεων. Με βάση τις εκδοθείσες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, οι εργοδότες δύνανται να καθορίσουν ως τρόπο παροχής της εργασίας από τον εργαζόμενο τους, την εξ αποστάσεως εργασία (τηλεργασία). Μάλιστα, ο χρόνος εφαρμογής του έκτακτου και προσωρινού αυτού μέτρου μπορεί να παρατείνεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Υγείας. 

Ποιο είναι όμως το θεσμικό πλαίσιο που διέπει αυτή τη μορφή απασχόλησης; 
Πόσο αναγκαία κρίνεται η υιοθέτηση του μέτρου αυτού από τον επιχειρηματικό κόσμο; 
Εν τέλει, η τηλεργασία ενισχύει ως τρόπος ευέλικτης απασχόλησης τη δουλειά ή τη δουλεία του εργαζομένου;


Το υφιστάμενο πλαίσιο


Η Συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, η οποία μάλιστα υλοποιείται στα άρθρα 361 Α.Κ και 648 επ. Α.Κ χορηγεί τη δυνατότητα τόσο στους εργοδότες όσο και στους εργαζομένους να συνεργάζονται μεταξύ τους υπό οποιαδήποτε - τυπική ή άτυπη – μορφή σύμβασης επιλέγουν, υπό τον όρο αυτή να μην προσκρούει σε κανόνες δικαίου. 

Ο συνδυασμός της ανωτέρω αρχής με την αναγκαιότητα ευελιξίας στην εργασία και του ανταγωνισμού των σύγχρονων οικονομιών, δημιουργεί την ανάγκη για ευέλικτες μορφές εργασίας, οι οποίες παρεκκλίνουν των παραδοσιακών μορφών απασχόλησης, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις του ομολογουμένως «πολυδαίδαλου» ελληνικού εργατικού δικαίου.

Πιο συγκεκριμένα, η τηλεργασία, ως ευέλικτη μορφή εργασίας προβλέπεται στην ελληνική εργατική νομοθεσία στο άρθρο 5, του νόμου 3846/2010 «Εγγυήσεις για την εργασιακή ασφάλεια και άλλες διατάξεις», ενώ η Συμφωνία – Πλαίσιο για την Τηλεργασία της Ε.Ε της 16ης Ιουλίου 2002 ενσωματώθηκε στην Ε.Γ.Σ.Σ.Ε 2006-2007 ως αναπόσπαστο τμήμα της εκάστοτε ισχύουσας Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. 

Ο ανωτέρω νόμος (3846/2010) μεταξύ άλλων θεσπίζει τον οικειοθελή χαρακτήρα της σύμβασης τηλεργασίας ενώ δίνει ρητά το δικαίωμα στον εργαζόμενο να ανακαλέσει εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος τη βούληση του και να επιστρέψει στον χώρο όπου διατηρεί τις εγκαταστάσεις της η επιχείρηση. Ο τηλεργαζόμενος απολαμβάνει ίσων δικαιωμάτων με τον εργαζόμενο εντός των εγκαταστάσεων της επιχείρησης ενώ ο εργοδότης εξακολουθεί να είναι υπεύθυνος για την υγεία και την ασφάλεια όλων των εργαζομένων.


Τα περιθώρια βελτίωσης


Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο σε συνδυασμό με την απουσία σχετικής νομολογίας κρίνεται ελλιπές και δε ρυθμίζει λεπτομερώς μια σειρά θεμάτων που αφορούν την κοινωνική ασφάλιση, τα εργατικά ατυχήματα και λοιπές παραμέτρους, όπως θέματα υπερωριών, υπερεργασίας και υπολογισμού του χρόνου εργασίας που διέπουν αυτή τη μορφή απασχόλησης. Η πανδημία του COVΙD-19 κατέδειξε για ακόμη μία φορά τον παρακολουθητικό ρόλο της νομοθετικής εξουσίας και των αρμόδιων φορέων να δημιουργήσουν ένα αρραγές νομοθετικό πλαίσιο για τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης συμπεριλαμβανομένης και της τηλεργασίας.

Οξύμωρο δε στην παρούσα περίοδο θεωρείται το γεγονός πως ο οικειοθελής χαρακτήρας της τηλεργασίας με την τελευταία Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου κάμπτεται και ο εργοδότης δύναται μονομερώς να επιλέξει ως τρόπο εργασίας αυτόν της εξ αποστάσεως εργασίας για όσο χρόνο διαρκέσουν τα προληπτικά μέτρα για την αποτροπή μετάδοσης του κορωνοϊού COVID-19.

Παρ’ όλα αυτά, εκτιμάται ότι αυτή η απότομη «εισβολή» της τηλεργασίας στην ελληνική πραγματικότητα έρχεται για να «μείνει» και  για το λόγο αυτό θα πρέπει να εκπονηθούν το προσεχές διάστημα σχέδια νόμου προκειμένου να ενισχυθεί ο ρόλος αυτής της ευέλικτης μορφής απασχόλησης, να διασφαλιστούν τα δικαιώματα αμφότερων εργοδοτών και εργαζομένων και να εναρμονιστεί το ημεδαπό δίκαιο με αυτό των ανεπτυγμένων χωρών που ήδη απολαμβάνουν τα οφέλη της τηλεργασίας.


Συμπέρασμα


Η τηλεργασία ως ευέλικτη μορφή απασχόλησης ήδη εφαρμόζεται σε πολλά ανεπτυγμένα κράτη, τα οποία σημειώνουν και τεράστια τεχνολογική πρόοδο, εξυπηρετώντας παράλληλα το δόγμα της επιστήμης για τον άνθρωπο. Η μετάβαση του ανθρώπινου δυναμικού από τους baby boomers στους millenials και η εκθετική αύξηση των νέων τεχνολογιών αναδεικνύει την ανάγκη υιοθέτησης της τηλεργασίας από τις επιχειρήσεις, δεδομένου ότι παρέχει πολύ σημαντικά οφέλη. 

Πιο συγκεκριμένα, κονιορτοποιεί τις αποστάσεις, βελτιώνει την ποιότητα της ζωής των εργαζομένων απαλλάσσοντάς τους από το καθημερινό άγχος μετακίνησης, μειώνει την ανεργία αφού δίνει τη δυνατότητα απομακρυσμένης εργασίας για εργαζομένους απομακρυσμένων περιοχών, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην μείωση του λειτουργικού κόστους εκ μέρους των εργοδοτών. 

Η Πολιτεία οφείλει με την κατάλληλη νομοθετική πρόβλεψη να ελαχιστοποιήσει τις περιπτώσεις εκείνες της καταστρατήγησης των δικαιωμάτων των εργαζομένων, λόγω της αυθαίρετης ερμηνείας των διατάξεων που αφορούν στην τηλεργασία και του ελλιπούς νομοθετικού πλαισίου.

Το βέβαιο είναι πως η τηλεργασία βρίσκεται μπροστά μας. Κάποιος θα μπορούσε να πει πως ήδη μας προσπερνά. Οι επιχειρήσεις, αναγνωρίζοντας την παγκοσμιοποιημένη οικονομία και τις ανάγκες των σύγχρονων εργαζομένων οφείλουν να αδράξουν την ευκαιρία, να πρωτοπορήσουν σε πείσμα της χειμάζουσας οικονομικής κατάστασης και να υιοθετήσουν αυτή την ευέλικτη μορφή απασχόλησης προς όφελος τόσο των ιδίων όσο και των εργαζομένων. Οι δυνατότητες είναι πολλές και με τη στήριξη της Ελληνικής Πολιτείας μπορούν να αξιοποιηθούν ακόμη περισσότερο.